«Ψηλά
στου Αίνου την κορφή, που τ’ άστρο τρεμουλίζει
εκεί ξενιτεμένοι μου, στραφείτε
με καημό,
και στο μεγάλο θησαυρό, που το
βουνό στολίζει,
από μακράν να στείλετε προσκύνημα
θερμό,
όπως θερμή κι αιώνιον ηθέλησε κι
Εκείνος
να δώσει την αγάπη Του στην γη
του Κεφαλλήνος».
Στην καρδιά της Κεφαλληνιακής
γης, κάτω από το επιβλητικό βλέμμα του Μεγάλου Βουνού, του Αίνου, βρίσκεται η
οινοφόρα λεκάνη των Ομαλών. Πήρε το όνομά της κατά πάσα πιθανότητα από Κρήτες
που ήρθαν τα χρόνια τα παλιά στην Κεφαλονιά κι άφησαν μέσα σ’ όλα τα τοπωνύμιά
τους κληρονομιά!
Η κοιλάδα αυτή όμως, έμελε να
γίνει ξακουστή ανά τον κόσμο από τον πολυταξιδεμένο ασκητή που αναζητούσε μια
ζωή στερημένη μεν, αλλά και ασυμβίβαστη, απελευθερωμένη από εχέγγυα και
ατομικές εξασφαλίσεις. Η αδιάκοπη τάση φυγής του, το οδοιπορικό του προς την
αυτογνωσία τον οδήγησε στα σημαντικότερα μέρη της Ορθοδοξίας. Ρακένδυτος,
αβοήθητος, πολλές φορές κυνηγημένος από τον φθόνο των ανθρώπων, ακολουθούσε τον
άνεμο προσμένοντας ένα σημάδι εξ ουρανού για να σταματήσει την περιπλάνησή του.
Και τελικά το βρήκε στην Κεφαλονιά. Στην κοιλάδα των Ομαλών, Αυτός, ο εκ
πεποιθήσεως ανέστιος, ο εκ φύσεως πλάνητας, βρήκε τον προορισμό Του, όπως
φάνηκε στην πορεία του χρόνου, και οι ανήσυχοι και «δύστροποι» Κεφαλονίτες του
κάλυψαν το κενό της ψυχής Του.
Ο 16ος αιώνας είναι αυτός που
σημαδεύει έντονα την ιστορία της Ελλάδος μέσα από δύο μεγάλους άξονες, αυτόν
της Τουρκοκρατίας και αυτόν της Ενετοκρατίας. Στην πρώτη περίπτωση, οι
υπόδουλοι Έλληνες στέναζαν και υπέφερε κάτω από το σπαθί του Τούρκου δυνάστη,
πληρώνοντας υψηλό φόρο αίματος. Στη δεύτερη περίπτωση οι Ενετοί στα Επτάνησα
και σε άλλα νησιά που είχαν υπό την κατοχή τους ασκούσαν ασφυκτικές πιέσεις
στους Έλληνες, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι αρχικά να μην μπορούν να αντιδράσουν
αλλά στη μεγαλύτερη μάζα τους να ακολουθούν το άρμα του δυνάστη Ενετού.
Πολλοί ήταν αυτοί που δεν
μπόρεσαν να αντέξουν την ξένη υποδούλωση και πέρασαν μέσω των Επτανήσων στην
Ευρώπη, κυρίως στην Ιταλία, και κατέθεσαν το δικό τους πολιτισμό, με αποτέλεσμα
να γονιμοποιήσουν ευρύτερα τη δυτική σκέψη και κουλτούρα και να γεννηθεί μια πολιτιστική
Αναγέννηση.
Είναι εντυπωσιακό πως η Θεία Πρόνοια, τις
δύσκολες αυτές στιγμές για το γένος μας, αποστέλλει μια σωρεία αγίων μορφών,
δασκάλων και μαρτύρων της πίστεως και της Ορθοδοξίας για να κρατήσουν
ανεβασμένο το ηθικό του απογοητευμένου Έλληνα και άσβεστη την φλόγα της πίστεώς
του.
Έτσι και στην Κεφαλονιά αλλά και
στην Ζάκυνθο, που γεφύρωναν την Ανατολή και τη Δύση, «παρουσιάζονται» οι άγιοι
Γεράσιμος και Διονύσιος. Είναι δε αξιοπερίεργο πώς κατάφεραν να επιβληθούν,
αντιμετωπίζοντας το ισχυρό καθολικό δόγμα των κατακτητών Ενετών που δεν έβλεπε
με καλό μάτι κάθε τι Ορθόδοξο, άρα και ανατρεπτικό.Στην περίπτωση της
Κεφαλληνίας, που η γεωγραφική της θέση ήταν κομβική για τους σκοπούς των
Ενετών, παρουσιάζεται μέσα στο κέντρο του νησιού ένας ταπεινός καλόγερος από
την Πελοπόννησο, ο οποίος κατάφερε με το πρώτο να συγκλονίσει και να
συγκεντρώσει γύρω του τα πλήθη των απογοητευμένων Κεφαλλήνων.
Η Κεφαλληνία καταξιώθηκε από την
Χάρη του Θεού να γίνει «πατρίδα» του Αγίου Γερασίμου. Είναι μάλιστα
αξιοπρόσεκτο, ότι ο Άγιος συνδέθηκε τόσο πολύ μαζί της, που μολονότι γι’ αυτήν
«ξένος» -όπως χαρακτηρίζεται σε τοπικό έγγραφο του 16ου αιώνος- η Κεφαλληνία
και ο Άγιός της να είναι πια συνδεδεμένοι αχώριστα μεταξύ τους και αδιαίρετα,
σε σημείο που να μη νοείται το ένα χωρίς το άλλο. Όταν λοιπόν ο Κεφαλονίτης
λέγει, τόσο συχνά, το «Άγιέ μου», δεν αποθέτει μόνο τον πόνο και τις ελπίδες
του στον Άγιο Γεράσιμο, αλλά και μαρτυρεί την ταύτιση του με τον «Ξένον», που
έγινε όμως ο πρώτος και σημαντικότερος Κεφαλονίτης στους αιώνες.
Μορφή ευγενική, γλυκιά και
γαλήνια, με ματιά γεμάτη αναζήτηση, και με μια κλίση του σώματος του προς τα
μέσα, καταφέρνει να σταθεί στο δύσκολο νησί μας και μάλιστα να γίνει γρήγορα
αποδεκτός από τον «δύστροπο» λαό του, μέσα από κοινή πορεία και αγώνες.
Το αρχοντόπουλο από τα Τρίκαλα
Κορινθίας, ο πολυταξιδεμένος, ο ασκητής, που την ημέρα έσκαβε τα χωράφια και
πάλευε να ανοίξει πηγάδια και να κρατήσει το νερό στην άνυδρη και άγονη κοιλάδα
των Ομαλών και το βράδυ βλέποντας τα αστέρια μέσα στο ασκητήριο –πηγάδι του
προσευχόταν δαμάζοντας το είναι του από όλα εκείνα που κάνουν τον άνθρωπο
άπληστο, μας υπέδειξε την ανάδειξη και την αξιοποίηση της γης με την
καλλιέργειά της, την δενδροφύτευση (τα πλατάνια του Αγίου) και προπαντώς την
σκληρή δουλειά.
Ο ουρανοπολίτης, το μυρίπνοον
άνθος του παραδείσου, το πάνχρυσο στόμα που εδώ και τόσους αιώνες αποδεικνύει
στην πράξη ότι «ζεί Κύριος ο Θεός ημών». Ο ασκητής των Ομαλών, ο Αφέντης και
προστάτης των Κεφαλλήνων όπου γης, που ημέρευε τις ψυχές των ταραγμένων από
κακό πνεύμα και από ανθρώπινα πάθη.
Που ακολούθησε την οδό της
ασκήσεως «την στενή και τεθλιμμένη» όπου μιμήθηκε τους μεγάλους ασκητάς και η
καρδιά του φλεγόταν και διψούσε για την αγάπη του Θεού. Σφυρηλάτησε τον εγωισμό
του μέσα στο αμόνι της ταπείνωσης και το προσωπικό του θέλημα έγινε η απόλυτη
αποδοχή του θελήματος του Θεού.
Δεν ασχολήθηκε ποτέ με το
φαίνεσθαι των ανθρώπων αλλά με το βαθύτερο είναι, το είναι που είναι ο
πραγματικός καθρέπτης της ψυχής και χρήζει πνευματικής θεραπείας, που όμως
αποτελεί πολυτιμότερη αξία. Μέσα από αυτήν την πάλη βγήκε νικητής, στεφανωμένος
αθλητής και στέκεται ενώπιον μας για να μας δείξει την ματαιότητα της ύλης έναντι
των ουρανίων αγαθών, το διαβολικό ψέμα έναντι της αληθείας του Χριστού.
Η αφθαρσία του έρχεται σε πλήρη
αντίθεση με τους φυσικούς νόμους και στέκεται όρθιος σε πείσμα στην φθορά του
χρόνου, διότι «όπου βούλεται Θεός νικάται φύσεως τάξις». Τα σώματα των Αγίων
υπάρχουν λόγω της ενικούσης χάριτος του Θεού είναι ζωντανά, γι’ αυτό
θαυματουργούν, ευωδιάζουν και χαρίζουν στους πιστούς τους καρπούς του Παναγίου
Πνεύματος.
Ο Άγιος Γεράσιμος γεννήθηκε στα
Τρίκαλα της Κορινθίας το 1509. Ο πατέρας του ονομάζονταν Δημήτριος και η μητέρα
του Καλή. Ο πατέρας του ανήκε στην βυζαντινή αριστοκρατία, στη μεγάλη
οικογένεια των Νοταράδων. Θείος του ο Λουκάς Νοταράς, ο τελευταίος πρωθυπουργός
(Μέγας Δούκας) του Βυζαντίου και συγγενής με τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο.
Ο Άγιος Γεράσιμος στα 20 του
χρόνια φλεγόμενος από θεϊκώ έρωτι, αφήνει την άνεση του αρχοντικού των
Νοταράδων και ξεκινά την προσωπική του πορεία και αναζήτηση. Εικοσιέξι ολόκληρα
χρόνια αναζητούσε την τελείωσή του, από τη Ζάκυνθο στο Μέγα Σπήλαιο και τα
Μετέωρα, κι απ’ τον Όσιο Λουκά Βοιωτίας ως τις Μονές της Θεσσαλονίκης, την
Κωνσταντινούπολη, το Άγιον Όρος όπου εκάρη μοναχός, τους Άγιους Τόπους όπου
έλαβε το ιερατικό αξίωμα, τη Συρία, τη Δαμασκό, το Σινά, την Αντιόχεια, την
Αλεξάνδρεια και την έρημο της Θηβαΐδας την Κρήτη και ξανά στη Ζάκυνθο. Μετά από
αυτή την πνευματική οδοιπορία, εμπλουτισμένος με θεϊκή εμπειρία και γνώση
ασκητική το 1555 αποφασίζει να πάει και στην Κεφαλονιά.
Ασκητεύει πάλι σε σπήλαιο, κοντά
στο Αργοστόλι για 5 χρόνια και 11 μήνες, οπότε αποφασίζει να εγκατασταθεί σε
πιο απομακρυσμένη περιοχή, στην άγονη κοιλάδα των Ομαλών στους πρόποδες του
Αίνου όπου και ανακαίνισε το ξωκκλήσι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Το εκκλησάκι
αυτό με την γύρω περιοχή του το παραχώρησε ο ιερέας Γεώργιος Βάλσαμος, ο οποίος
όμως αργότερα μετάνιωσε και έσυρε τον Άγιο στα δικαστήρια, όπου όμως δικαιώθηκε
ο Άγιος. Ξανάχτισε τον ετοιμόρροπο Ναό και πρόσθεσε γύρω πολλά κελιά, γιατί
πολλοί κάτοικοι του νησιού βλέποντας την Αγία του ζωή εμπιστεύονταν σε αυτόν
τις θυγατέρες τους για να γίνουν Μοναχές. Στην αρχή συγκεντρώθηκαν 25 Μοναχές,
αργότερα περισσότερες, από τις πιο πλούσιες οικογένειες του νησιού. Τη
γυναικεία αυτή Μονή ονόμασε «Νέα Ιερουσαλήμ» με την άδεια και την ευλογία του
επίσκοπου του νησιού Παχώμιου Μακρή, εδραιώνοντας έτσι τον γυναικείο Μοναχισμό
στο νησί. Μετά από αίτηση του το Πατριαρχείο θέτει την Μονή υπό την υψηλή του
προστασία. Εκεί αρχίζουν να συρρέουν οι πιστοί για να ακούσουν τη διδασκαλία
του. Χαρακτηριστική είναι η φράση του Αγίου με την οποία νουθετούσε έως εσχάτου
αναπνοής: “ΤΕΚΝΙΑ ΕΙΡΗΝΕΥΕΤΕ ΕΝ ΕΑΥΤΟΙΣ ΚΑΙ ΜΗ ΤΑ ΥΨΗΛΑ ΦΡΟΝΕΙΤΕ”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου